“…Μέσα μου μια φωνή θρηνεί: «Βλέπεις, να πού κατάντησες, κακή γνώμη, πρόσωπα κοροϊδευτικά ή ανήσυχα, άτομα που σε βρίσκουν αντιπαθητική, κι όλα αυτά γιατί δεν ακούς τις καλές συμβουλές του καλού μισού που βρίσκεται μέσα σου».
Α, θα ήθελα πολύ να τις ακούσω, αλλά δεν τα καταφέρνω. Όταν είμαι ήρεμη και σοβαρή, όλοι πιστεύουν ότι παίζω πάλι θέατρο και τότε αναγκάζομαι να ξεφύγω με κάποιο αστείο, δίχως ν’αναφέρω καν την ίδια μου την οικογένεια, που πιστεύει ότι σίγουρα είμαι άρρωστη, μου δίνει χάπια για τον πονοκέφαλο και ηρεμιστικά, μου παίρνει το σφυγμό και μου χαϊδεύει το μέτωπο για να δει αν έχω πυρετό, ρωτάει αν ενεργήθηκα και κριτικάρει την ακεφιά μου. Δεν αντέχω για πολλή ώρα να μου δίνουν τόση πολλή προσοχή, στην αρχή γίνομαι κακότροπη, έπειτα θλιμμένη και τελικά γυρίζω την κακή πλευρά προς τα έξω και την καλή προς τα μέσα και δεν παύω να ψάχνω έναν τρόπο για να γίνω όπως θα ήθελα τόσο πολύ να είμαι και όπως θα μπορούσα να είμαι, αν… δε ζούσε κανένας άλλος πάνω στη γη.”
Άννα Μ. Φρανκ, 1 Αυγούστου 1944
(Εδώ τελειώνει το ημερολόγιο της αφού τρεις ημέρες μετά συνελήφθη από τη γερμανική αστυνομία)